Έμεινες στο ΄΄ΕΓΩ΄΄
και δεν με συνάντησες στο ΄΄ΕΜΕΙΣ΄΄
Σκέψεις και μόνο σκέψεις...από το μέσα μου για το έξω του καθενός που ρίχνει την ματιά του εδώ...
Εγώ δεν είχα να προσφέρω τίποτα σημαντικό...
κάτι ρημαγμένα ποιήματα τα βράδια
και λίγα ευφάνταστα παραμύθια τα μεσημέρια
ατέλειωτη καρτερικότητα για τα καλοκαίρια που σμίγαμε
και αγόγγυστη αγάπη στους δύσκολους χειμώνες της ερημιάς
ντύνοντας με τραγούδια τις μέρες, τους μήνες, και τα χρόνια ,που περίμενα...
τίποτα δεν σου ήταν αρκετό...
κι έτσι τα πρεσβυωπικά σου αισθήματα πουλήθηκαν στο χρήμα!
Κράτησα τη πίστη σαν τριαντάφυλλο που αγάπη γύρευε μόνο να ανθίσει
είμαι γυμνή απέναντι στο συναίσθημα, ακούω βήματα, μυρίζω ανάσα
δεν γύρεψα ανταμοιβή, μόνο ένα χάδι όταν πέφτει η συννεφιά
δεν έχω μάθει να πουλάω, δεν θα το κάνω!
θα συνεχίσω να ζω, έστω και μόνη μου αυτή τη σχέση,
αλυσοδέσμια κι ας με πονά
δεν θα γραφτεί στο παρελθόν, όχι αυτή...
θα προσμένω ως την ύστατη ώρα...
Γυρολόγος μουσικός η ΄΄τάχα΄΄ αγάπη σου για μένα
σκορπίζεται σε καφενεία και ταβέρνες μεσημέρια και βράδια
διασκεδάζοντας κολασμένες ψυχές...
και εσύ, περήφανος για το κατάντημα σου,
παίζεις, τραγουδάς και γελάς
σαν παλιάτσος της ζωής...
Εσύ που πέθαινες και έλεγες δεν έχεις ζωή
και όλα γύρω σου ανούσια και ρημάδια
αντί να κρύψεις τη γύμνια της ψυχής σου
να δείξεις μεταμέλεια στο πόνο που προκάλεσες
συνεχίζεις σε άλλους ατραπούς ανωριμότητας
χωρίς ντροπή το παιχνίδι σου....
Που είναι η αγάπη σου μωρέ?
Φλεγόμενη γλώσσα που δεν φυλακίζει τη δύναμή της
θέλει να μιλήσει να ξεσπάσει, να βρίσει
και να κάψει μια υπεροπτική συνείδηση
που αντιμάχεται την αγάπη προσβάλλοντας την...
όμως σήμερα, μέρα γενναιοδωρίας του σύμπαντος για μένα,
θα σωπάσω και με ευλάβεια θα συγχωρήσω τη σκέψη
και θα τραβήξω διαγραφή σ ότι ονειρεύτηκα...
αύριο δεν θα υπάρχεις...
Γυρίζω πάλι πίσω στο λεκανοπέδιο της ανάγκης σου.
πυκνή ομίχλη σκεπάζει τον αναπάντεχο ερωτά σου
και φορά χειροπέδες στη θέληση της απόδρασης.
μένω εδώ και αφουγκράζομαι τη σιωπή σου...
νομίζεις ότι κρύβεσαι καλά όμως σε βλέπω...
παζαρεύεις την καταστροφή σου μ έναν ανίκητο εγωισμό που σε εξουθενώνει.
σέρνεται η ψυχή σου, σόλα στην άσφαλτο της αμφιβολίας
και βυθίζεσαι σε σκοτάδι από σκουριά....
θα σε συναντήσω ξανά, στη γνώριμη γωνιά των στίχων, πριν την συντριβή σου...
Σε κάποια φίλη που δεν αντάμωσα...
Απ τον απαρνιαστή στον αλωνάρη μια ανάσα που δεν μέτρησε για ζωή
αλλά για τον ανεξύπνητο μισεμό...
θα έρχεσαι και εσύ, όπως οι σκιές που αλητεύουν για επιθεώρηση,
γιατί πουθενά οι μάνες δεν ηρεμούν αν δεν περνούν όλα απ τα χέρια τους.
και θα σε βλέπω, στο τρεμάμενο φως του καντηλιού,όσο κι αν θες να μου κρυφτείς...
θα σε μαρτυρούν τα μπικουτί στα μαλλιά σου!
Βγάζει από τη ντουλάπα το καλό φόρεμα
εκείνο που δεν φορέθηκε ποτέ
εκείνο που πια δεν θυμάται για ποιό λόγο αγοράστηκε
εκείνο που ήταν φυλαγμένο για ειδική περίσταση....
σήμερα θα το φορέσει
αν της αρέσει ακόμα πάνω της,
αν της πηγαίνει
αν της χωράει...
θα της δώσει την χαμένη της αισιοδοξία?
θα την κάνει πιο χαρούμενη?
θα την προσέξει ο κόσμος, εκείνος, η Ζωή?
θα το φορέσει όπως και να χει...
γιατί σήμερα είναι μια ιδιαίτερη μέρα
γιορτάζει μια μεγάλη νίκη, αυτή η νικημένη...
Απλώνεις το γερασμένο ταλαιπωρημένο χέρι σου
με τα βρώμικα νύχια
και την θολωμένη από τα χρόνια βέρα,
ριζωμένη λες εκεί, χωμένη μέσα στο δέρμα αιώνια,
κάποιου άντρα που μπορεί στο παρελθόν να αγάπησες...
και η χούφτα σου γεμίζει κέρματα που αξία δεν έχουν...
Στάθηκα και σε κοίταξα
και ζήλεψα το χαμόγελο σου
που έκρυβε όλη τη ζεστασιά του ήλιου...